Επιστολές γνωστών ποιητών και πεζογράφων, ίσως και κριτικών, στον Τόλη Νικηφόρου και επιστολές του ίδιου κατά τον μισό σχεδόν αιώνα της λογοτεχνικής πορείας του ως τώρα. Ακόμη, αναγγελίες εκδηλώσεων, περιγραφές, ανέκδοτα, στιγμιότυπα, ό,τι μπορεί να ενδιαφέρει τον αναγνώστη της λογοτεχνίας κατά τη δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα.


Σάββατο 30 Ιανουαρίου 2021

Το ασθενές φύλο

 


                           στέκεσαι δίπλα μου

            στο σπίτι, στη δουλειά ή στο οδόφραγμα

                           και με τα ίδια μάτια

                    ελεύθερα ατενίζουμε τον ήλιο

                       περήφανοι, ασυμβίβαστοι

               ωραίοι μέσα στα τόσα ελαττώματά μας

                εμείς που η φύση έταξε σε σάρκα μία 

                                         

                  (Τόλης Νικηφόρου, Γυναίκα, 1980)

 

Περίπου μεσημέρι με την κοσμοσυρροή, περπάτησα στην Ερμού, χαζεύοντας τις βιτρίνες των μαγαζιών, βρήκα τη σωστή διεύθυνση, κοίταξα τις πινακίδες στην είσοδο, ανέβηκα στον πρώτο όροφο, έσπρωξα την εξώπορτα και μπήκα στη μεγάλη αίθουσα. Ήταν το Κέντρο Ανοιχτής Προστασίας Ηλικιωμένων  με τη Λέσχη Ανάγνωσής του. Είχα δεχτεί μετά χαράς την πρόταση της Μαρίας να διαβάσω στα  μέλη της κείμενα μου,να συζητήσω μαζί τους και να απαντήσω στις ερωτήσεις τους. Της Μαρίας που είναι ποιήτρια και πεζογράφος, συντονίζει τη Λέσχη Ανάγνωσης των αποφοίτων του Ανατόλια. είναι εξαιρετικά ευαισθητοποιημένη σε κοινωνικά θέματα και είχε καταρτίσει ολόκληρο πρόγραμμα επισκέψεως λογοτεχνών σε Κ.Α.Π.Η., οίκους ευγηρίας, νοσοκομεία και ανάλογα ιδρύματα.

          Στη μεγάλη αίθουσα λοιπόν αντίκρισα τριάντα-σαράντα συνταξιούχους γύρω από τραπεζάκια, βυθισμένους στα χαρτιά κυρίως και στο τάβλι, ίσως και σε διάφορα άλλα επιτραπέζια παιχνίδια. Ως βετεράνο παίκτη αθλημάτων κάθε είδους και με οποιεσδήποτε συνθήκες και κάποτε διαβόητο καφενόβιο κουμαρτζή, το θέαμα δεν μπορώ να πω ότι με εξέπληξε ιδιαίτερα. Η απορία μου ήταν που στο καλό να βρισκόταν η Λέσχη Ανάγνωσης που είχα έρθει    να επισκεφθώ. 

            Την αμηχανία μου ήρθε να διαλύσει ένα  ελκυστικό κορίτσι που εμφανίστηκε από τα ενδότερα και, όταν διαπίστωσε ποιος ήμουν, με οδήγησε από ένα διάδρομο σε μια παρακείμενη μικρότερη αίθουσα, όπου ήταν καθισμένες γύρω από ένα μακρόστενο τραπέζι, δώδεκα συμπαθητικές γυναίκες κάποιας ηλικίας. Αυτή ήταν η Λέσχη Ανάγνωσης.

         Γνωριστήκαμε λοιπόν με τις κυρίες και τα είπαμε μια χαρά. Διαβάσαμε, συζητήσαμε, τους έλυσα τις απορίες, με μερικές βγήκαμε και παλιοί γείτονες, μια και εγώ ήμουν παιδί του κέντρου της πόλης και της ίδιας περίπου γενιάς με εκείνες. Χάρισα στην ομάδα και μερικά βιβλία μου με θερμές αφιερώσεις. Αποχώρησα μετά δύο ώρες με μια ευχάριστη αίσθηση, όπως όταν μιλάς από καρδιάς σε ανθρώπους που  σε καταλαβαίνουν και δεν διστάζουν να μοιραστούν τις δικές τους εμπειρίες από τη ζωή. 

          Περνώντας από την αίθουσα των ανδρών, πριν κατεβώ τις σκάλες, τους είδα και πάλι όλους βυθισμένους στα δικά τους. Ποιος να σηκώσει κεφάλι και πώς να αξιωθεί κανείς ένα βλέμμα έστω, όταν μοιράζεται η τράπουλα ή όταν πέφτουν τα ζάρια;

           Και πού βρίσκεται το παράξενο θα μου πείτε; Τι είναι εκείνο που ξεφεύγει από την πεπατημένη; Όταν σε πολλές από τις δεκαπέντε έως είκοσι λέσχες ανάγνωσης που έχω γνωρίσει, είτε ως συντονιστής ή μέλος, είτε ως προσκεκλημένος,  τα μέλη είναι αποκλειστικά γυναίκες και στις υπόλοιπες οι άνδρες αποτελούν μια μικρή μειοψηφία, κάτι σαν γαρνιτούρα στο κυρίως έδεσμα. Όταν οι φιλόλογοι στα λύκεια και τα γυμνάσια που με καλούν είναι σχεδόν πάντα γυναίκες, για να μην μιλήσω γενικότερα για τους εκπαιδευτικούς. Και σχεδόν πάντα οι γυναίκες ενδιαφέρονται για το κάτι παραπάνω από τα προγράμματα του υπουργείου για τους μαθητές τους.

         Ως χαριστική βολή έρχονται τα επίσημα στοιχεία που δείχνουν ότι το 70% των αναγνωστών της λογοτεχνίας είναι γυναίκες. Οι γυναίκες είναι πιο επιμελείς, οι γυναίκες αποκτούν περισσότερα προσόντα, περισσότερα πτυχία, και το γυναικείο κύμα ανέρχεται και καταλαμβάνει ολοένα και περισσότερες θέσεις στα υψηλά κλιμάκια κάθε ιεραρχίας.   

          Αυτά όλα βέβαια στις αναπτυγμένες χώρες της δύσης και σε εκείνες που σέβονται στοιχειωδώς τα ανθρώπινα δικαιώματα και όχι στον μεσαίωνα του Ισλάμ. Ανατριχιάζω όταν αναλογίζομαι τη μοίρα της γυναίκας στις μουσουλμανικές χώρες. Πολύ ωραία την είχε περιγράψει στη γείτονα Τουρκία ο και συνθέτης Ζουλφί Λιβανελί στο μυθιστόρημα του «Ευτυχία».

            Αυτά σκεφτόμουν καθώς βγήκα από το ΚΑ.Π.Η.στη Βενιζέλου και πήρα ένα ταξί για να γυρίσω στο σπίτι. Γυναίκα   η οδηγός σε ένα επάγγελμα που συνεχίζει να παραμένει κυρίαρχα ανδρικό. Ομολογώ ότι, ως κάποτε βαρύ κι ασήκωτο αρσενικό, που μεγάλωσε στα γήπεδα Χαριλάου και Τούμπας, δυσκολεύομαι να δεχτώ ότι μεγάλο μέρος του ανδρικού πληθυσμού βαδίζει  προς την αποκλειστική  αποβλάκωση των γηπέδων και των πάσης φύσεως τυχερών και άλλων παιχνιδιών χωρίς να ανοίγει τις σελίδες κάθε τόσο έστω και ενός βιβλίου. Δεν μπορώ  όμως  να μη δεχτώ την αλήθεια που με κοιτάζει στα μάτια.

            Στο κάτω-κάτω, κατέληξα, ας κυβερνήσουν κάποτε τον κόσμο και οι γυναίκες. Δεν μπορεί να είναι χειρότερες από μας με την επιθετική έως δολοφονική τεστοστερόνη μας. Δεν μπορεί να είναι χειρότερες από μερικούς αρχηγούς κρατών που βλέπω και με πιάνει αναγούλα. Κι αν η εξουσία διαφθείρει, ας ελπίσουμε ότι αυτές θα τις διαφθείρει σε μικρότερο βαθμό και τελικά θα υπερισχύσει το φυσικό τους ένστικτο για την  προστασία της ζωής.